λαμπηδούσα

λαμπηδούσα
και λαμπιδούσα η
το φυτό λαμπηδόνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. συνδέεται πιθ. με τον τ. λαμπηδόνα* και σχηματίστηκε με επίθημα -ούσα κατά το βρομούσα].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Λαμπηδούσα ή Λαμπεδούσα — (Lampredusa e linosa). Νησί (5.725 κάτ. το 2001) της Ιταλίας. Είναι το μεγαλύτερο μιας συστάδας νησιών που στην αρχαιότητα ονομάζονταν Πελάγιοι νήσοι. Βρίσκεται 210 χλμ. ΝΑ της Σικελίας, μεταξύ Μάλτας και Τυνησίας. Πρόκειται για ηφαιστειογενές… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”